Απολύσεις ΕΠΟΠ χωρίς οι ενδιαφερόμενοι να έχουν ενημερωθεί για το δικαίωμα ενδίκου προσφυγής κατά της απόφασης της υπηρεσίας καταγγέλει η ΑΝΕΑΕΔ! Σε πλήρη αντίθεση με όσα κατά καιρούς ο πρώην ΥΕΘΑ Ε.Βενιζέλος είχε δημοσίως πει ,φαίνεται ότι απολύσεις ΕΠΟΠ,γίνονται χωρίς να τηρηθούν καν οι προβλεπόμενες από το νόμο διαδικασίες.
Η είδηση αυτών των απολύσεων έρχεται να προστεθεί στις δηλώσεις του νυν ΥΕΘΑ Π.Μπεγλίτη, ο οποιος σε μία ακόμη συνέντευξή του στο Έθνος της Κυριακής κάνει σαφές ότι “δεν θέλουμε επαγγελματικό στρατό”.
Η ΑΝΕΑΕΔ υποστηρίζει ότι έχει στη κατοχή της όλα τα στοιχεία γι΄ αυτές τις απολύσεις και καλεί τον ΥΕΘΑ να τις ανακαλέσει αλλά και την Εισαγγελία του Στρατοδικείου να διερευνήσει για ποινικές ευθύνες!
Όλη η καταγγελία της ΑΝΕΑΕΔ για τις απολύσεις των ΕΠΟΠ:
1.Σας γνωρίζουμε ότι σύμφωνα με την απόφαση του Διευθυντού του Β’ Κλάδου του ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΠΙΤΕΛΕΙΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ Φ. 414.1α/33/167552/Σ.6303/20-6-2011, η οποία δημοσιεύθηκε στο συνημμένο σχετικό ΦΕΚ, απολύονται αρκετοί ΕΠΟΠ, οι οποίοι με το υπ’αριθ.13/2011 πρακτικό του Συμβουλίου κρίσεων, κρίθηκαν αποστρατευτέοι.
2. Επειδή το ως άνω γεγονός, συνδυάστηκε με παλαιότερα δημοσιεύματα στον Τύπο και σχετικές αναρτήσεις σε δικτυακούς τόπους, περί απολύσεων ΕΠΟΠ που θα εντάσσονταν στις μνημονιακές απαιτήσεις για απολύσεις στο Δημόσιο, η Ένωσή μας προέβη σε νομική και διοικητική διερεύνηση της υπόθεσης, συνδυαζόμενη με την ευνόητη μεγάλη εμπειρία μας στον διοικητικό χειρισμό τέτοιων θεμάτων.
3. Από την ως άνω διερεύνηση, δυνάμεθα να καταγράψουμε, εν αρχή, τις παρακάτω επιγραμματικές σκέψεις επί των βασικών Διατάξεων που αφορούν στις απολύσεις ΕΠΟΠ από τις τάξεις του στρατεύματος:
α. Σύμφωνα με το άρθρο 63 παρ. 3 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α΄ 97): «Στις περιπτώσεις που από το νόμο προβλέπεται, διοικητική προσφυγή κατά της πράξης ή παράλειψης, η οποία ασκείται μέσα σε ορισμένη προθεσμία ενώπιον του ιδίου ή ιεραρχικώς προϊσταμένου ή άλλου ειδικώς κατεστημένου οργάνου και συνεπάγεται τον έλεγχο της πράξης ή της παράλειψης κατά το νόμο και την ουσία (ενδικοφανής προσφυγή), το ένδικο βοήθημα της προσφυγής ασκείται παραδεκτώς μόνο κατά της πράξης που εκδίδεται για την ενδικοφανή προσφυγή….. Το κατά τις προηγούμενες περιόδους απαράδεκτο του ένδικου βοηθήματος της προσφυγής, δεν ισχύει αν η αρμόδια διοικητική αρχή παρέλειψε να ενημερώσει πλήρως, κατά οποιονδήποτε τρόπο, τον ενδιαφερόμενο τόσο για την υποχρέωση, όσο και για τους όρους άσκησης της ενδικοφανούς προσφυγής».
β. Στο άρθρο 13 παρ.2 του ιδίου Ν.2936/2001 προβλέπεται ότι : «. Με τη συμπλήρωση πενταετούς πραγματικής υπηρεσίας όλοι οι Επαγγελματίες Οπλίτες κρίνονται από τα αρμόδια Συμβούλια Κρίσης, με βάση τη γενική απόδοσή τους στα ουσιαστικά τους προσόντα και την πειθαρχική τους συμπεριφορά. Εφόσον παρουσιάζουν ουσιώδεις ελλείψεις στα παραπάνω προσόντα, ή έχουν υποπέσει σε σοβαρά πειθαρχικά παραπτώματα, κρίνονται αποστρατευτέοι, λόγω της ακαταλληλότητας για την ενάσκηση των καθηκόντων τους και απολύονται.»
γ. Περαιτέρω, στο άρθρο 5 της Φ. 416/205235/12-11-2001 αποφάσεως του Υπουργού Εθνικής Αμύνης “Ρυθμίσεις θεμάτων Επαγγελματιών Οπλιτών” (ΦΕΚ Β΄ 1610/5-12-2001) που εκδόθηκε κατ` εξουσιοδότηση του άρθρου 5 παρ. 2 του Ν. 2936/2001, ορίζεται ότι “1,2,3,4, 5. Προσφυγή κατά δυσμενούς κρίσεως μπορούν να υποβάλουν όσοι κρίθηκαν μη προακτέοι, παραμένοντες στον αυτό βαθμό, αποστρατευτέοι και μη διατηρητέοι.. 6. Οι αποφάσεις των Συμβουλίων κοινοποιούνται στους ενδιαφερομένους, οι οποίοι δικαιούνται, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία εξήντα (60) ημερών από της κοινοποιήσεως σ` αυτούς της απόφασης, να ασκήσουν προσφυγή κατά δυσμενούς κρίσεως, με τυχόν συμπληρωματικά στοιχεία, προκειμένου να τεθούν υπόψη των αρμοδίων Συμβουλίων Επανακρίσεων.»
4. Από τις παρατεθείσες στις προηγούμενες σκέψεις Διατάξεις, με οποίες θεσπίζεται αφενός μεν η τήρηση ορισμένης διοικητικής διαδικασίας (προσφυγή κατά δυσμενούς κρίσεως), πριν από την άσκηση προσφυγής ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου, αφετέρου δε το απαράδεκτο της προσφυγής, εάν δεν έχει τηρηθεί η εν λόγω διοικητική διαδικασία, συνάγεται ότι για το παραδεκτό της προσφυγής του διοικουμένου ενώπιον του αρμοδίου Διοικητικού Εφετείου, πρέπει προηγουμένως να έχει εξαντληθεί υποχρεωτικώς η διαδικασία διοικητικής επίλυσης της διαφοράς με την άσκηση των παρεχόμενων από το νόμο ενδικοφανών προσφυγών, δηλαδή της προεκτεθείσης προσφυγής κατά δυσμενούς κρίσεως, εντός των προβλεπομένων αποκλειστικών προθεσμιών
5. Παράλληλα, είναι γνωστό από τη Διοικητική διαδικασία, ότι η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής, όταν προβλέπεται η άσκησή της, αποτελεί προαπαιτούμενο για την έκδοση ατομικής διοικητικής πράξεως, ιδίως βλαπτικής για τον διοικούμενο, με την έννοια ότι για να θεωρηθεί ότι η Διοίκηση ενεργεί με βάση τις αρχές του Κράτους δικαίου, της νομιμότητας της δράσεως της Διοικήσεως και της χρηστής διοικήσεως, οι οποίες δεν ανέχονται την έκδοση πράξεων κατά κατάφωρη παραβίαση του δικαίου, θα πρέπει η ΙΔΙΑ να τηρεί τους κανόνες που έχουν θεσπισθεί χάριν του ΔΗΜΟΣΙΟΥ συμφέροντος και της ευρύθμου λειτουργίας της (Διοικήσεως).
6. Όταν λοιπόν έχει θεσμοθετηθεί ΔΙΚΑΙΩΜΑ ασκήσεως (ενδικοφανούς) προσφυγής για επανάκριση δυσμενούς κρίσεως, εντός τασσομένης ρητά προθεσμίας, όταν η Διοίκηση υποχρεούται να γνωστοποιεί αυτό το δικαίωμα στον διοικούμενο, όπως και τις ιδιαίτερες λεπτομέρειες ασκήσεώς του, αυτόματα συνάγεται το συμπέρασμα ότι η ίδια η Διοίκηση ΟΦΕΙΛΕΙ και ΥΠΟΧΡΕΟΥΤΑΙ, να τηρήσει τις νόμιμα προβλεπόμενες προϋποθέσεις ολοκληρώσεως της Διοικητικής διαδικασίας.
7. Στην προκειμένη περίπτωση, έχουμε στοιχεία που επιβεβαιώνουν ότι η Υπηρεσία, είτε δεν ενημέρωσε είτε ενημέρωσε μεν, όμως σε χρόνο που οι ενδιαφερόμενοι ΔΕΝ ΕΛΑΒΑΝ ΓΝΩΣΗ και ΔΕΝ ΚΑΤΕΘΕΣΑΝ ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΕΠΑΝΑΚΡΙΣΕΩΣ, και προχώρησε στην απόλυσή τους!
8. Περάν του ότι, παρότι δεν γνωρίζουμε, μπορούμε να φαντασθούμε τι «επαρκή αιτιολογία» έχει εφεύρει η Υπηρεσία για να στηρίξει τις «ουσιώδεις ελλείψεις» των ουσιαστικών προσόντων που δικαιολογούν την απόλυση, η εμπειρία μας κάνει να πιστεύουμε, ότι η Υπηρεσία απέστειλε έγγραφο για να ενημερώσει τους ενδιαφερόμενους, για την άσκηση του δικαιώματος προσφυγής επανακρίσεως. Όμως, με τον τρόπο που έδρασε, δηλαδή, ΑΜΕΣΩΣ μετά την αποστολή αυτού του εγγράφου, και ΠΡΙΝ τεθεί υπόψη των ενδιαφερομένων το περιεχόμενό του, και ΠΡΙΝ παρέλθει η προθεσμία ασκήσεως της προβλεπομένης ενδικοφανούς προσφυγής, προέβει, κατά την άποψή μας, ΟΛΩΣ ΠΑΡΑΝΟΜΑ και ΠΑΡΑΤΥΠΑ στην έκδοση της αποφάσεως απολύσεως κατά σαφή παράβαση των προειρηθεισών διατάξεων του Κώδικος Διοικητικής Δικονομίας, πριν ακόμη ολοκληρωθεί η Διοικητική διαδικασία, ΑΦΑΙΡΩΝΤΑΣ, ΑΝΑΚΑΛΩΝΤΑΣ και ΑΚΥΡΩΝΟΝΤΑΣ στην πράξη, την ενάσκηση του δικαιώματος υποβολής θεσμικά προβλεπόμενης ενδικοφανούς προσφυγής, καθιστώντας το δικαίωμα αυτό ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ανενεργό.
9. Η αφαίρεση αυτού του δικαιώματος με την ως άνω απόφαση, συνιστά ανάκληση ευμενούς διοικητικής πράξης, κατά τρόπο που παραβιάζει τη συνταγματική αρχή της προστασίας της εμπιστοσύνης του πολίτη προς το Κράτος. [Βλ. επ’ αυτού το Πρακτικό του Συμβουλίου της Επικρατείας 703/1990, ΤοΣ, 1990, 645/646-647: “η αρχή της προστασίας της εμπιστοσύνης του πολίτη προς το Κράτος, που υποχρεώνει τον κοινό Νομοθέτη στην τήρηση των δεσμεύσεων τις οποίες έχει αναλάβει αποτελεί αναγκαία λογική συνέπεια της θεμελιώδους αρχής του Κράτους Δικαίου …. Επομένως, η αρχή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης … έχει στη Χώρα μας συνταγματική ισχύ”.
10. Κατόπιν των ανωτέρω, ερωτάται ο κος Υπουργός:
α. Από πού αντλεί αυτή την εξουσία η Υπηρεσία να ακυρώνει και να καθιστά ανενεργά δικαιώματα διοικουμένων;
β. Ποιο το νόημα τυχούσης υποβολής προσφυγής, σε δευτεροβάθμιο στάδιο επανακρίσεως, εάν έχει υλοποιηθεί η απόλυση;
γ. Με ποιο δικαίωμα η Υπηρεσία κυριολεκτικά «πετάει στον δρόμο» νέα παιδιά, ενδεχομένως οικογενειάρχες, μέσα σε αυτήν την αξεπέραστη οικονομική δυσπραγία και αφού τους έχει στύψει με χιλιάδες απλήρωτες υπερωρίες, με περιορισμένα συνταγματικά και ανύπαρκτα εργασιακά δικαιώματα και με αποδοχές εργατοώρας Κίνας;
δ. Με ποιο δικαίωμα η Υπηρεσία αμαυρώνει την εικόνα της προς τους διοικούμενους;
ε. Γιατί, για ακόμη μία φορά στους τελευταίους 22 μήνες, είναι οι στρατιωτικοί αυτοί που δέχονται με τον βαναυσότερο τρόπο, έναντι οποιασδήποτε άλλης εργασιακής ομάδας, τη λαίλαπα των μνημονιακών πολιτικών, ξεκινώντας, αυτή τη φορά, τις απολύσεις στο Δημόσιο από το στράτευμα και βάζοντας βόμβα στη βάση του στρατεύματος, την οποία αποτελούν πλέον οι ΕΠΟΠ;
11. Ελπίζουμε ΕΙΛΙΚΡΙΝΑ, ο κ. Υπουργός να ανακαλέσει στην τάξη τους εμπνευστές αυτού του Νομικού ανοσιουργήματος και να ανακαλέσει αυτή την ΕΠΑΙΣΧΥΝΤΗ «διοικητική πράξη».
12. Η Εισαγγελία Στρατοδικείου Αθηνών, προς την οποία αποστέλλεται αντίγραφο της παρούσης επιστολής, μετά του συνημμένου, παρακαλείται για την αξιολόγηση του θέματος, την αναζήτηση τυχόν ποινικών ευθυνών και άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος τυχόν υπαιτίων.
13. Τα κόμματα του Ελληνικού Κοινοβουλίου, προς τα οποία αποστέλλεται αντίγραφο της παρούσης επιστολής, παρακαλούνται για την κατά την κρίση τους υποβολή σχετικής ερώτησης στο Ελληνικό κοινοβούλιο, προς το αρμόδιο υπουργείο.
πηγή: onalert
Η είδηση αυτών των απολύσεων έρχεται να προστεθεί στις δηλώσεις του νυν ΥΕΘΑ Π.Μπεγλίτη, ο οποιος σε μία ακόμη συνέντευξή του στο Έθνος της Κυριακής κάνει σαφές ότι “δεν θέλουμε επαγγελματικό στρατό”.
Η ΑΝΕΑΕΔ υποστηρίζει ότι έχει στη κατοχή της όλα τα στοιχεία γι΄ αυτές τις απολύσεις και καλεί τον ΥΕΘΑ να τις ανακαλέσει αλλά και την Εισαγγελία του Στρατοδικείου να διερευνήσει για ποινικές ευθύνες!
Όλη η καταγγελία της ΑΝΕΑΕΔ για τις απολύσεις των ΕΠΟΠ:
1.Σας γνωρίζουμε ότι σύμφωνα με την απόφαση του Διευθυντού του Β’ Κλάδου του ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΠΙΤΕΛΕΙΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ Φ. 414.1α/33/167552/Σ.6303/20-6-2011, η οποία δημοσιεύθηκε στο συνημμένο σχετικό ΦΕΚ, απολύονται αρκετοί ΕΠΟΠ, οι οποίοι με το υπ’αριθ.13/2011 πρακτικό του Συμβουλίου κρίσεων, κρίθηκαν αποστρατευτέοι.
2. Επειδή το ως άνω γεγονός, συνδυάστηκε με παλαιότερα δημοσιεύματα στον Τύπο και σχετικές αναρτήσεις σε δικτυακούς τόπους, περί απολύσεων ΕΠΟΠ που θα εντάσσονταν στις μνημονιακές απαιτήσεις για απολύσεις στο Δημόσιο, η Ένωσή μας προέβη σε νομική και διοικητική διερεύνηση της υπόθεσης, συνδυαζόμενη με την ευνόητη μεγάλη εμπειρία μας στον διοικητικό χειρισμό τέτοιων θεμάτων.
3. Από την ως άνω διερεύνηση, δυνάμεθα να καταγράψουμε, εν αρχή, τις παρακάτω επιγραμματικές σκέψεις επί των βασικών Διατάξεων που αφορούν στις απολύσεις ΕΠΟΠ από τις τάξεις του στρατεύματος:
α. Σύμφωνα με το άρθρο 63 παρ. 3 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α΄ 97): «Στις περιπτώσεις που από το νόμο προβλέπεται, διοικητική προσφυγή κατά της πράξης ή παράλειψης, η οποία ασκείται μέσα σε ορισμένη προθεσμία ενώπιον του ιδίου ή ιεραρχικώς προϊσταμένου ή άλλου ειδικώς κατεστημένου οργάνου και συνεπάγεται τον έλεγχο της πράξης ή της παράλειψης κατά το νόμο και την ουσία (ενδικοφανής προσφυγή), το ένδικο βοήθημα της προσφυγής ασκείται παραδεκτώς μόνο κατά της πράξης που εκδίδεται για την ενδικοφανή προσφυγή….. Το κατά τις προηγούμενες περιόδους απαράδεκτο του ένδικου βοηθήματος της προσφυγής, δεν ισχύει αν η αρμόδια διοικητική αρχή παρέλειψε να ενημερώσει πλήρως, κατά οποιονδήποτε τρόπο, τον ενδιαφερόμενο τόσο για την υποχρέωση, όσο και για τους όρους άσκησης της ενδικοφανούς προσφυγής».
β. Στο άρθρο 13 παρ.2 του ιδίου Ν.2936/2001 προβλέπεται ότι : «. Με τη συμπλήρωση πενταετούς πραγματικής υπηρεσίας όλοι οι Επαγγελματίες Οπλίτες κρίνονται από τα αρμόδια Συμβούλια Κρίσης, με βάση τη γενική απόδοσή τους στα ουσιαστικά τους προσόντα και την πειθαρχική τους συμπεριφορά. Εφόσον παρουσιάζουν ουσιώδεις ελλείψεις στα παραπάνω προσόντα, ή έχουν υποπέσει σε σοβαρά πειθαρχικά παραπτώματα, κρίνονται αποστρατευτέοι, λόγω της ακαταλληλότητας για την ενάσκηση των καθηκόντων τους και απολύονται.»
γ. Περαιτέρω, στο άρθρο 5 της Φ. 416/205235/12-11-2001 αποφάσεως του Υπουργού Εθνικής Αμύνης “Ρυθμίσεις θεμάτων Επαγγελματιών Οπλιτών” (ΦΕΚ Β΄ 1610/5-12-2001) που εκδόθηκε κατ` εξουσιοδότηση του άρθρου 5 παρ. 2 του Ν. 2936/2001, ορίζεται ότι “1,2,3,4, 5. Προσφυγή κατά δυσμενούς κρίσεως μπορούν να υποβάλουν όσοι κρίθηκαν μη προακτέοι, παραμένοντες στον αυτό βαθμό, αποστρατευτέοι και μη διατηρητέοι.. 6. Οι αποφάσεις των Συμβουλίων κοινοποιούνται στους ενδιαφερομένους, οι οποίοι δικαιούνται, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία εξήντα (60) ημερών από της κοινοποιήσεως σ` αυτούς της απόφασης, να ασκήσουν προσφυγή κατά δυσμενούς κρίσεως, με τυχόν συμπληρωματικά στοιχεία, προκειμένου να τεθούν υπόψη των αρμοδίων Συμβουλίων Επανακρίσεων.»
4. Από τις παρατεθείσες στις προηγούμενες σκέψεις Διατάξεις, με οποίες θεσπίζεται αφενός μεν η τήρηση ορισμένης διοικητικής διαδικασίας (προσφυγή κατά δυσμενούς κρίσεως), πριν από την άσκηση προσφυγής ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου, αφετέρου δε το απαράδεκτο της προσφυγής, εάν δεν έχει τηρηθεί η εν λόγω διοικητική διαδικασία, συνάγεται ότι για το παραδεκτό της προσφυγής του διοικουμένου ενώπιον του αρμοδίου Διοικητικού Εφετείου, πρέπει προηγουμένως να έχει εξαντληθεί υποχρεωτικώς η διαδικασία διοικητικής επίλυσης της διαφοράς με την άσκηση των παρεχόμενων από το νόμο ενδικοφανών προσφυγών, δηλαδή της προεκτεθείσης προσφυγής κατά δυσμενούς κρίσεως, εντός των προβλεπομένων αποκλειστικών προθεσμιών
5. Παράλληλα, είναι γνωστό από τη Διοικητική διαδικασία, ότι η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής, όταν προβλέπεται η άσκησή της, αποτελεί προαπαιτούμενο για την έκδοση ατομικής διοικητικής πράξεως, ιδίως βλαπτικής για τον διοικούμενο, με την έννοια ότι για να θεωρηθεί ότι η Διοίκηση ενεργεί με βάση τις αρχές του Κράτους δικαίου, της νομιμότητας της δράσεως της Διοικήσεως και της χρηστής διοικήσεως, οι οποίες δεν ανέχονται την έκδοση πράξεων κατά κατάφωρη παραβίαση του δικαίου, θα πρέπει η ΙΔΙΑ να τηρεί τους κανόνες που έχουν θεσπισθεί χάριν του ΔΗΜΟΣΙΟΥ συμφέροντος και της ευρύθμου λειτουργίας της (Διοικήσεως).
6. Όταν λοιπόν έχει θεσμοθετηθεί ΔΙΚΑΙΩΜΑ ασκήσεως (ενδικοφανούς) προσφυγής για επανάκριση δυσμενούς κρίσεως, εντός τασσομένης ρητά προθεσμίας, όταν η Διοίκηση υποχρεούται να γνωστοποιεί αυτό το δικαίωμα στον διοικούμενο, όπως και τις ιδιαίτερες λεπτομέρειες ασκήσεώς του, αυτόματα συνάγεται το συμπέρασμα ότι η ίδια η Διοίκηση ΟΦΕΙΛΕΙ και ΥΠΟΧΡΕΟΥΤΑΙ, να τηρήσει τις νόμιμα προβλεπόμενες προϋποθέσεις ολοκληρώσεως της Διοικητικής διαδικασίας.
7. Στην προκειμένη περίπτωση, έχουμε στοιχεία που επιβεβαιώνουν ότι η Υπηρεσία, είτε δεν ενημέρωσε είτε ενημέρωσε μεν, όμως σε χρόνο που οι ενδιαφερόμενοι ΔΕΝ ΕΛΑΒΑΝ ΓΝΩΣΗ και ΔΕΝ ΚΑΤΕΘΕΣΑΝ ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΕΠΑΝΑΚΡΙΣΕΩΣ, και προχώρησε στην απόλυσή τους!
8. Περάν του ότι, παρότι δεν γνωρίζουμε, μπορούμε να φαντασθούμε τι «επαρκή αιτιολογία» έχει εφεύρει η Υπηρεσία για να στηρίξει τις «ουσιώδεις ελλείψεις» των ουσιαστικών προσόντων που δικαιολογούν την απόλυση, η εμπειρία μας κάνει να πιστεύουμε, ότι η Υπηρεσία απέστειλε έγγραφο για να ενημερώσει τους ενδιαφερόμενους, για την άσκηση του δικαιώματος προσφυγής επανακρίσεως. Όμως, με τον τρόπο που έδρασε, δηλαδή, ΑΜΕΣΩΣ μετά την αποστολή αυτού του εγγράφου, και ΠΡΙΝ τεθεί υπόψη των ενδιαφερομένων το περιεχόμενό του, και ΠΡΙΝ παρέλθει η προθεσμία ασκήσεως της προβλεπομένης ενδικοφανούς προσφυγής, προέβει, κατά την άποψή μας, ΟΛΩΣ ΠΑΡΑΝΟΜΑ και ΠΑΡΑΤΥΠΑ στην έκδοση της αποφάσεως απολύσεως κατά σαφή παράβαση των προειρηθεισών διατάξεων του Κώδικος Διοικητικής Δικονομίας, πριν ακόμη ολοκληρωθεί η Διοικητική διαδικασία, ΑΦΑΙΡΩΝΤΑΣ, ΑΝΑΚΑΛΩΝΤΑΣ και ΑΚΥΡΩΝΟΝΤΑΣ στην πράξη, την ενάσκηση του δικαιώματος υποβολής θεσμικά προβλεπόμενης ενδικοφανούς προσφυγής, καθιστώντας το δικαίωμα αυτό ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ανενεργό.
9. Η αφαίρεση αυτού του δικαιώματος με την ως άνω απόφαση, συνιστά ανάκληση ευμενούς διοικητικής πράξης, κατά τρόπο που παραβιάζει τη συνταγματική αρχή της προστασίας της εμπιστοσύνης του πολίτη προς το Κράτος. [Βλ. επ’ αυτού το Πρακτικό του Συμβουλίου της Επικρατείας 703/1990, ΤοΣ, 1990, 645/646-647: “η αρχή της προστασίας της εμπιστοσύνης του πολίτη προς το Κράτος, που υποχρεώνει τον κοινό Νομοθέτη στην τήρηση των δεσμεύσεων τις οποίες έχει αναλάβει αποτελεί αναγκαία λογική συνέπεια της θεμελιώδους αρχής του Κράτους Δικαίου …. Επομένως, η αρχή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης … έχει στη Χώρα μας συνταγματική ισχύ”.
10. Κατόπιν των ανωτέρω, ερωτάται ο κος Υπουργός:
α. Από πού αντλεί αυτή την εξουσία η Υπηρεσία να ακυρώνει και να καθιστά ανενεργά δικαιώματα διοικουμένων;
β. Ποιο το νόημα τυχούσης υποβολής προσφυγής, σε δευτεροβάθμιο στάδιο επανακρίσεως, εάν έχει υλοποιηθεί η απόλυση;
γ. Με ποιο δικαίωμα η Υπηρεσία κυριολεκτικά «πετάει στον δρόμο» νέα παιδιά, ενδεχομένως οικογενειάρχες, μέσα σε αυτήν την αξεπέραστη οικονομική δυσπραγία και αφού τους έχει στύψει με χιλιάδες απλήρωτες υπερωρίες, με περιορισμένα συνταγματικά και ανύπαρκτα εργασιακά δικαιώματα και με αποδοχές εργατοώρας Κίνας;
δ. Με ποιο δικαίωμα η Υπηρεσία αμαυρώνει την εικόνα της προς τους διοικούμενους;
ε. Γιατί, για ακόμη μία φορά στους τελευταίους 22 μήνες, είναι οι στρατιωτικοί αυτοί που δέχονται με τον βαναυσότερο τρόπο, έναντι οποιασδήποτε άλλης εργασιακής ομάδας, τη λαίλαπα των μνημονιακών πολιτικών, ξεκινώντας, αυτή τη φορά, τις απολύσεις στο Δημόσιο από το στράτευμα και βάζοντας βόμβα στη βάση του στρατεύματος, την οποία αποτελούν πλέον οι ΕΠΟΠ;
11. Ελπίζουμε ΕΙΛΙΚΡΙΝΑ, ο κ. Υπουργός να ανακαλέσει στην τάξη τους εμπνευστές αυτού του Νομικού ανοσιουργήματος και να ανακαλέσει αυτή την ΕΠΑΙΣΧΥΝΤΗ «διοικητική πράξη».
12. Η Εισαγγελία Στρατοδικείου Αθηνών, προς την οποία αποστέλλεται αντίγραφο της παρούσης επιστολής, μετά του συνημμένου, παρακαλείται για την αξιολόγηση του θέματος, την αναζήτηση τυχόν ποινικών ευθυνών και άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος τυχόν υπαιτίων.
13. Τα κόμματα του Ελληνικού Κοινοβουλίου, προς τα οποία αποστέλλεται αντίγραφο της παρούσης επιστολής, παρακαλούνται για την κατά την κρίση τους υποβολή σχετικής ερώτησης στο Ελληνικό κοινοβούλιο, προς το αρμόδιο υπουργείο.
πηγή: onalert