Η νύχτα στο Σύνταγμα πέφτει μόλις εμφανιστούν οι πρώτες... αχτίδες του ήλιου. Οι κατασκηνωτές πάνε για ύπνο, με τον ήχο ενός τυμπάνου να χτυπά σαν ξεκούρδιστο ρολόι. Με έντονη ακόμη τη μυρωδιά μπίρας από το προηγούμενο βράδυ, λίγες παρέες συζητούν χαμηλόφωνα κάτω από τις νεραντζιές, ενώ οι δημοτικοί υπάλληλοι καθαρίζουν με πιεστικά τον χώρο έξω από την κατασκήνωση. Καθισμένος στο γρασίδι ο Αντελ από την Παλαιστίνη δεν μπορεί να κοιμηθεί μέσα στη σκηνή και έχει όρεξη για κουβέντα. «Με ενοχλούν τα τύμπανα και οι μουσικές. Δεν είναι φεστιβάλ.Είναι ο μόνος τρόπος που έχουμε, Ελληνες και μετανάστες,να διεκδικήσουμε πραγματική δημοκρατία» λέει. Οταν η κουβέντα πηγαίνει μοιραία στην πλατεία Ταχρίρ της Αιγύπτου, τα μάτια του φωτίζονται και με ύφος σοβαρό τονίζει ότι «είναι τόσο μεγάλη η οργήπου,αν δεν αλλάξουν τα πράγματα, το ξέσπασμα θα είναι αντίστοιχα βίαιο».
Το μόνο που ακούγεται, μόλις σταματά το τύμπανο, γύρω στις 7, είναι τα τακούνια μια κοπέλας που βγαίνει με γοργό βήμα από το μετρό. Την ίδια στιγμή ένας νεαρός βγαίνει από τη σκηνή ξυπόλυτος φορώντας μόνο ένα σορτς. Οσο η θερμοκρασία ανεβαίνει, τόσο περισσότεροι αφήνουν τις σκηνές, βγαίνουν έξω με μαγιό και σαγιονάρες και πηγαίνουν στο συσσίτιο για ένα μπουκάλι δροσερό γάλα, από αυτά που πρόσφεραν οι εργαζόμενοι της εταιρείας Δωδώνη.
Ηλικιωμένοι και κουβέντα
Ανάμεσα στους λίγους περαστικούς που περπατούν νωχελικά, ένα ζευγάρι Κινέζων φωτογραφίζεται ανάμεσα στις σκηνές με φόντο τη Βουλή. Η κοπέλα ενθουσιασμένη κρατάει μια φούξια βεντάλια. Τις ώρες που ακολουθούν είναι πολλοί εκείνοι, νέοι, μεγαλύτεροι, τουρίστες αλλά και Αθηναίοι που ποζάρουν για μια φωτογραφία. «Νωρίς το πρωί στην πλατεία κυκλοφορούν ηλικιωμένοι, που έχουν ανάγκη για κουβέντα.Οταν μας ρωτούν τι περιμένουμε να πετύχουμε, τους λέμε ότι η αλλαγή δεν γίνεται σε τηλεοπτικούς χρόνους,θέλει υπομονή» σημειώνει ο Στέφανος, μέλος της Ομάδας Ψυχραιμίας. Μπροστά μας ένας νεαρός προετοιμάζει τον ραδιοπομπό για την πρώτη εκπομπή της ημέρας. «Θέλουμε να ενημερώνουμε σωστά τον κόσμο για όσα προτείνονται στις λαϊκές συνελεύσεις. Φτιάξαμε δικό μας media center με το ραδιόφωνο και την ιστοσελίδα,γιατί δεν έχουμε εμπιστοσύνη στα ΜΜΕ» τονίζει ο Στέφανος.
Ηλικιωμένοι κύριοι με τα κοστούμια τους κάθονται στα παγκάκια και στα καφέ διαβάζοντας εφημερίδα. Πού και πού πιάνουν την κουβέντα με κάποιον από τους «κατοίκους» της πλατείας. Τους έχουν συνηθίσει τόσες ημέρες και δεν τους κοιτάζουν καχύποπτα. «Τις πρώτες ημέρες ήρθαν και ορισμένοι περίεργοι τύποι, έμοιαζαν ναρκομανείς. Είπα στα παιδιά να τους διώξουν γιατί χαλάνε όλη την προσπάθεια. Δεν τους βλέπω πια» επισημαίνει ένας 76χρονος λαχειοπώλης, που υποστηρίζει ότι αυτή η κίνηση θα έπρεπε να έχει γίνει πέντε χρόνια νωρίτερα. «Ισως τότε προλαβαίναμε να σώσουμε κάτι» λέει.
Από τις μολότοφ στους... Ειρηνοποιούς
«Δεν είμαστε όλοι καλά παιδιά» λέει ο Πέτρος. «Πολλοί από εμάς που μένουμε εδώ πετούσαν μολότοφ,ανάμεσά τους και εγώ.Κατάλαβα όμωςότι μόνο με ειρηνική διαμαρτυρία μπορεί να γίνει η μεγάλη ανατροπή. Τώρα ανήκω στην Ομάδα Ειρηνοποιών». Μιλάει με αργό ρυθμό, αποτέλεσμα ίσως της τριήμερης αϋπνίας, αλλά υποστηρίζει τους κατασκηνωτές με πάθος. «Δεν είμαι αγανακτισμένος. Είμαι οργισμένος. Αν η κίνηση αυτή καταλήξει σε κόμμα, όπως προτείνουν κάποιοι, δεν έχω θέση εδώ. Τον ηγέτη θα τον αναδείξει ο χρόνος».
Οποιος καθήσει σε ένα από τα παγκάκια για λίγη ώρα, θα δει τον περισσότερο κόσμο να στρέφει το κεφάλι προς τις σκηνές. Αλλοι με βήμα βιαστικό, άλλοι κοντοστέκονται για λίγο διαβάζοντας τα πανό και τα συνθήματα. Μια κυρία ρωτάει τον κύριο δίπλα της, ενώ περπατούν βιαστικά προς την Ερμού: «Αυτοί εδώ μένουν; Για ποιον λόγο ; ». Την ίδια απορία εκφράζει και ένας κύριος στον γιο του και εκείνος του απαντά αφοπλιστικά ότι αν ήταν άνεργος τρία χρόνια ίσως τώρα να ήταν και αυτός σε κάποια σκηνή.
Στα μαγαζιά εκατέρωθεν της πλατείας ξεκινά σιγά-σιγά η κίνηση. Ενας ευκατάστατος κύριος απολαμβάνοντας τον καφέ του ρωτά τον σερβιτόρο πώς πάνε τα πράγματα. «Τα πρωινά είναι δύσκολα τώρα που έχουμε τις σκηνές. Οι τουρίστες δεν έρχονται εύκολα για καφέ,πολλοί Ελληνες επίσης.Οι κρατήσεις στα ξενοδοχεία γύρω από το Σύνταγμα εμφανίζουν μειώσεις από τότε που ήρθαν οι “Αγανακτισμένοι”» απαντά εκείνος.
Διαφωνίες για την κατασκήνωση
Στο επόμενο μαγαζί, δύο κοπέλες διαφωνούν για την κατάληψη της πλατείας. «Δεν μου αρέσει το θέαμα με τις σκηνές. Νομίζω ότι αμαυρώνει την υπόλοιπη διαμαρτυρία.Μαζεύονται κάθε απόγευμα χιλιάδες άνθρωποι μπροστά στην Βουλή και εμείς κοιτάζουμε τα αντίσκηνα» λέει η Ιωάννα, που έχει ζήσει 12 χρόνια στην Ιταλία. Μιλώντας για την πρωτόγονη εικόνα που έχουν στο εξωτερικό για τους Ελληνες, φοβάται ότι η κατασκήνωση επαληθεύει αυτή την άποψη. Η ζέστη έχει γίνει πια αφόρητη. Μια τελευταία βόλτα ανάμεσα στις σκηνές. Μια κοπέλα με λάπτοπ είναι απορροφημένη σε έναν πάγκο. Μια άλλη απολαμβάνει τον ήλιο ξαπλωμένη στο γρασίδι, διαβάζοντας ένα βιβλίο. Τέσσερις νέοι κουβαλάνε σακούλες σκουπιδιών στους κάδους ανακύκλωσης. Δύο χαμογελαστοί νεαροί σε στυλ «πανκ» μού σφυρίζουν για να με βγάλουν φωτογραφία και έπειτα χάνονται ανάμεσα στις σκηνές.
Στον δρόμο προς το μετρό, ένας νέος έχει ξαπλώσει στη σκιά ενός πανό που ανεμίζει. «Ποιος φόβος; Δεν υπάρχει πια φόβος» αναγράφεται και εκείνος κοιμάται, ανάμεσα σε γέλια, φωνές, κορναρίσματα και σειρήνες. Η ημέρα κυλά με δικούς της ρυθμούς όταν είσαι κάτοικος της πλατείας Συντάγματος.
πηγή: tovima
Το μόνο που ακούγεται, μόλις σταματά το τύμπανο, γύρω στις 7, είναι τα τακούνια μια κοπέλας που βγαίνει με γοργό βήμα από το μετρό. Την ίδια στιγμή ένας νεαρός βγαίνει από τη σκηνή ξυπόλυτος φορώντας μόνο ένα σορτς. Οσο η θερμοκρασία ανεβαίνει, τόσο περισσότεροι αφήνουν τις σκηνές, βγαίνουν έξω με μαγιό και σαγιονάρες και πηγαίνουν στο συσσίτιο για ένα μπουκάλι δροσερό γάλα, από αυτά που πρόσφεραν οι εργαζόμενοι της εταιρείας Δωδώνη.
Ηλικιωμένοι και κουβέντα
Ανάμεσα στους λίγους περαστικούς που περπατούν νωχελικά, ένα ζευγάρι Κινέζων φωτογραφίζεται ανάμεσα στις σκηνές με φόντο τη Βουλή. Η κοπέλα ενθουσιασμένη κρατάει μια φούξια βεντάλια. Τις ώρες που ακολουθούν είναι πολλοί εκείνοι, νέοι, μεγαλύτεροι, τουρίστες αλλά και Αθηναίοι που ποζάρουν για μια φωτογραφία. «Νωρίς το πρωί στην πλατεία κυκλοφορούν ηλικιωμένοι, που έχουν ανάγκη για κουβέντα.Οταν μας ρωτούν τι περιμένουμε να πετύχουμε, τους λέμε ότι η αλλαγή δεν γίνεται σε τηλεοπτικούς χρόνους,θέλει υπομονή» σημειώνει ο Στέφανος, μέλος της Ομάδας Ψυχραιμίας. Μπροστά μας ένας νεαρός προετοιμάζει τον ραδιοπομπό για την πρώτη εκπομπή της ημέρας. «Θέλουμε να ενημερώνουμε σωστά τον κόσμο για όσα προτείνονται στις λαϊκές συνελεύσεις. Φτιάξαμε δικό μας media center με το ραδιόφωνο και την ιστοσελίδα,γιατί δεν έχουμε εμπιστοσύνη στα ΜΜΕ» τονίζει ο Στέφανος.
Ηλικιωμένοι κύριοι με τα κοστούμια τους κάθονται στα παγκάκια και στα καφέ διαβάζοντας εφημερίδα. Πού και πού πιάνουν την κουβέντα με κάποιον από τους «κατοίκους» της πλατείας. Τους έχουν συνηθίσει τόσες ημέρες και δεν τους κοιτάζουν καχύποπτα. «Τις πρώτες ημέρες ήρθαν και ορισμένοι περίεργοι τύποι, έμοιαζαν ναρκομανείς. Είπα στα παιδιά να τους διώξουν γιατί χαλάνε όλη την προσπάθεια. Δεν τους βλέπω πια» επισημαίνει ένας 76χρονος λαχειοπώλης, που υποστηρίζει ότι αυτή η κίνηση θα έπρεπε να έχει γίνει πέντε χρόνια νωρίτερα. «Ισως τότε προλαβαίναμε να σώσουμε κάτι» λέει.
Από τις μολότοφ στους... Ειρηνοποιούς
«Δεν είμαστε όλοι καλά παιδιά» λέει ο Πέτρος. «Πολλοί από εμάς που μένουμε εδώ πετούσαν μολότοφ,ανάμεσά τους και εγώ.Κατάλαβα όμωςότι μόνο με ειρηνική διαμαρτυρία μπορεί να γίνει η μεγάλη ανατροπή. Τώρα ανήκω στην Ομάδα Ειρηνοποιών». Μιλάει με αργό ρυθμό, αποτέλεσμα ίσως της τριήμερης αϋπνίας, αλλά υποστηρίζει τους κατασκηνωτές με πάθος. «Δεν είμαι αγανακτισμένος. Είμαι οργισμένος. Αν η κίνηση αυτή καταλήξει σε κόμμα, όπως προτείνουν κάποιοι, δεν έχω θέση εδώ. Τον ηγέτη θα τον αναδείξει ο χρόνος».
Οποιος καθήσει σε ένα από τα παγκάκια για λίγη ώρα, θα δει τον περισσότερο κόσμο να στρέφει το κεφάλι προς τις σκηνές. Αλλοι με βήμα βιαστικό, άλλοι κοντοστέκονται για λίγο διαβάζοντας τα πανό και τα συνθήματα. Μια κυρία ρωτάει τον κύριο δίπλα της, ενώ περπατούν βιαστικά προς την Ερμού: «Αυτοί εδώ μένουν; Για ποιον λόγο ; ». Την ίδια απορία εκφράζει και ένας κύριος στον γιο του και εκείνος του απαντά αφοπλιστικά ότι αν ήταν άνεργος τρία χρόνια ίσως τώρα να ήταν και αυτός σε κάποια σκηνή.
Στα μαγαζιά εκατέρωθεν της πλατείας ξεκινά σιγά-σιγά η κίνηση. Ενας ευκατάστατος κύριος απολαμβάνοντας τον καφέ του ρωτά τον σερβιτόρο πώς πάνε τα πράγματα. «Τα πρωινά είναι δύσκολα τώρα που έχουμε τις σκηνές. Οι τουρίστες δεν έρχονται εύκολα για καφέ,πολλοί Ελληνες επίσης.Οι κρατήσεις στα ξενοδοχεία γύρω από το Σύνταγμα εμφανίζουν μειώσεις από τότε που ήρθαν οι “Αγανακτισμένοι”» απαντά εκείνος.
Διαφωνίες για την κατασκήνωση
Στο επόμενο μαγαζί, δύο κοπέλες διαφωνούν για την κατάληψη της πλατείας. «Δεν μου αρέσει το θέαμα με τις σκηνές. Νομίζω ότι αμαυρώνει την υπόλοιπη διαμαρτυρία.Μαζεύονται κάθε απόγευμα χιλιάδες άνθρωποι μπροστά στην Βουλή και εμείς κοιτάζουμε τα αντίσκηνα» λέει η Ιωάννα, που έχει ζήσει 12 χρόνια στην Ιταλία. Μιλώντας για την πρωτόγονη εικόνα που έχουν στο εξωτερικό για τους Ελληνες, φοβάται ότι η κατασκήνωση επαληθεύει αυτή την άποψη. Η ζέστη έχει γίνει πια αφόρητη. Μια τελευταία βόλτα ανάμεσα στις σκηνές. Μια κοπέλα με λάπτοπ είναι απορροφημένη σε έναν πάγκο. Μια άλλη απολαμβάνει τον ήλιο ξαπλωμένη στο γρασίδι, διαβάζοντας ένα βιβλίο. Τέσσερις νέοι κουβαλάνε σακούλες σκουπιδιών στους κάδους ανακύκλωσης. Δύο χαμογελαστοί νεαροί σε στυλ «πανκ» μού σφυρίζουν για να με βγάλουν φωτογραφία και έπειτα χάνονται ανάμεσα στις σκηνές.
Στον δρόμο προς το μετρό, ένας νέος έχει ξαπλώσει στη σκιά ενός πανό που ανεμίζει. «Ποιος φόβος; Δεν υπάρχει πια φόβος» αναγράφεται και εκείνος κοιμάται, ανάμεσα σε γέλια, φωνές, κορναρίσματα και σειρήνες. Η ημέρα κυλά με δικούς της ρυθμούς όταν είσαι κάτοικος της πλατείας Συντάγματος.
πηγή: tovima
